Ο Έρωτας

Ο Έρωτας νομίζω πως είναι το τρίτο πρόσωπο σε μία σχέση δύο ανθρώπων. Μπορεί να επιλέξει πολλές θέσεις να σταθεί, μπορεί και να χωράει παντού όπου πηγαίνουν ή να μη χωράει πουθενά.
Εγώ φοβάμαι αυτό που λένε "ανάμεσα σε μένα και την Υακίνθη, υπάρχει μεγάλος "Έρωτας".
Πόσο μεγάλος δηλαδή? Ψηλός, γεροδεμένος, φτερωτός? Και γιατί μπήκε στη μέση? Μήπως έτσι ορθώνεται σαν ροζ τοίχος και εμποδίζει την καθαρή βλεμματική επαφή? Γιατί δε στέκεται απλά δίπλα τους, να τους παρατηρεί και να επέμβει όταν και όπου χρειάζεται? Συμμετέχει άραγε ισότιμα στη σχέση? Αναλαμβάνει τις ευθύνες του? Ξυπνάει κι αυτός το πρωί αγουροξυπνημένος να τρέχει να τα προλάβει όλα? Ή μήπως τεμπελιάζει όλη μέρα? Τί κολόνια φοράει? Έχει τη δική του ή δανείζεται κάποιου από τους δύο συντρόφους? Και δανείζεται πάντα την ίδια? Με ποιο τρόπο χρησιμοποιεί τις φτερούγες του? Φροντιστικά ή απειλητικά? Αγαπητικά ή χειριστικά? Μήπως μαδάνε? Πηγαίνει στη δουλειά του ή τεμπελιάζει? Φροντίζει τον εαυτό του? Τους φοβάται τους γιατρούς ή κάνει τακτικές εξετάσεις check up?
Τελικά, τους δείχνει το δρόμο? Τους βοηθάει να μπορούν να τα βγάλουν πέρα και μόνοι τους όταν αυτός γεράσει ή αρρωστήσει ή απλά τους χρησιμοποιεί όσο τους έχει ανάγκη και όταν βαρεθεί πάει να προσκολληθεί σε άλλο ζευγάρι?
Κι όταν αργότερα ο Έρωτας γεράσει? Ποιος θα του σταθεί? Ποιος θα του φέρει ένα ποτήρι νερό? Σε λίγες περιπτώσεις, όταν ο Έρωτας είναι πολύ τυχερός, τρέχει να τον συνδράμει η ανηψούλα του, η Αγάπη. Και ξενυχτά αυτή στο προσκεφάλι του. Κι όταν κλείσει τα μάτια του, παίρνει τη θέση του, δίπλα στο ζευγάρι, που έμειναν πλέον μόνοι, οι δυο τους...
Αλλά είπαμε.. αυτό συμβαίνει όταν είναι πολύ τυχερός ο Έρωτας. Αλλιώς, αν η ανηψούλα του έχει άλλες δουλειές, σε άλλους θείους που χάνονται, τότε ο Έρωτας της ιστορίας μας θα πεθάνει μόνος κι αβοήθητος, ξεχασμένος σε ένα Ίδρυμα Ανυπεράσπιστων Ερώτων, χωρίς σύνταξη, παρόλο που είχε μαζέψει πολλά ένσημα. Αλλά μάλλον ήταν λίγα. Με σποραδικές δουλειές διετίας εδώ κι εκεί, δε φτάνουν τα ένσημα για μια αξιοπρεπή σύνταξη. Και φτωχός και ανήμπορος, δε θα μπορεί να κουνήσει τα φτερά του. Και κανείς δε θα ενδιαφερθεί για ξεπουπουλιασμένους συνοδοιπόρους. Εκτός από εκείνη τη γλυκιά ανηψούλα, που μπορεί και να είναι κρυμμένη μέσα σε λαβύρινθους από τριανταφυλλιές και γιασεμιά και αγκαθωτούς θάμνους. Κάπου within...
Και γέρνει λίγο το κεφαλάκι της κάθε τόσο και κοιτάει μήπως κάποιος την αναζητήσει. Γιατί της αρέσει να κρύβεται, αλλά το σιχαίνεται να μην τη βρίσκουν.